χθαμαλοπτητης

χθαμαλοπτητης
    χθαμαλοπτήτης
    χθᾰμᾰλο-πτήτης
    -ου adj. m низко летающий
    

(ἱέραξ Arst.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "χθαμαλοπτητης" в других словарях:

  • χθαμαλοπτήτης — ὁ, Α (για είδος γερακιού) αυτός που πετά χαμηλά, χθαμαλοπετής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < χθαμαλός + πτήτης < θ. πτη (< ρίζα πετᾱ τού πέτομαι*, με μηδενισμένο το πρώτο και απαθές το δεύτερο φωνήεν, πρβλ. πτῆ σις) + κατάλ. της*] …   Dictionary of Greek

  • χθαμαλοπτῆται — χθαμαλοπτήτης flying near the ground masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»